"Τα πανηγύρια αυτά έχουν πολυσύνθετο χαρακτήρα: ιστορικό, θρησκευτικό, κοινωνικό. Την αρχή τους τη βασίζουν στην ανάμνηση κάποιου γεγονότος τοπικής ή ευρύτερης ιστορικής αξίας. Τα μεγαλύτερα πανηγύρια που αποτελούν και πυρήνες των υπολοίπων είναι του Αη-Συμιού στο Μεσολόγγι και της Αγι’-Αγάθης στο Αιτωλικό."

Χορός


«Αυτός που σέρνει το χορό, σέρνει και το καγκέλι 
σέρνει και κατά πόδι του, κορίτσια σαν αγγέλοι
Αυτός που σέρνει το χορό, είναι κόκκινο μήλο 
έχει το βασιλιά γενιά και το βεζίρη φίλο».

Ο χορός είναι πολύ αγαπητή εκδήλωση του ανθρώπου σε κάθε ευκαιρία χαρά, λύπη, πόλεμος ή ειρήνη ο άνθρωπος εκδηλώνεται, εκφράζει τα συναισθήματά του με το χορό. Με το χορό προετοιμάζονταν ή ζούσαν τα πιο σημαντικά γεγονότα της ζωής (θρησκευτική λατρεία, εκδηλώσεις που απέβλεπαν στη γονιμότητα της γης, γάμος, πάθη, έρωτας, πόλεμος).

«Ο χορευτής», γράφει ο Μ. Παναγιωτόπουλος, «με τα χείλη και τα μάτια γεμάτα κρασί, καταϊδρωμένος κατασκονισμένος, ένας σταυρωμένος Διόνυσος, ένας φτωχός Σειληνός, εκείνη τη στιγμή του χορού του, χωρίς να το ξέρει, ξαναβρίσκει τις ρίζες του, ξαναγυρίζει στην πρωτόγονη όρχηση που ήταν γεμάτη Θεό και δίψα της γης, γεμάτη ένστικτο. Με το χορό, μια κατάσταση γεμάτη ενέργεια και ζωτικότητα εκτονώνεται το περίσσευμα της συγκίνησης».

Τα πανηγύρια αποτελούσαν μια κατ’ εξοχήν ευκαιρία για το χορό και για επίδειξη των χορευτικών ικανοτήτων των πρωτοχορευτών. Καλός χορευτής είναι εκείνος που πηγαίνει σωστά τα βήματα σύμφωνα με το ρυθμό της μουσικής που κάνει φιγούρες και έχει το κορμί του ίσιο. Το κοινό παρακολουθεί στα πόδια το χορευτή. Οι φράσεις «αυτός χορεύει στα νύχια» ή «αυτός πατάει σταφύλια» από δω έχουν την αρχή τους.

Ο πρωτοχορευτής κερνάει τα όργανα ή στην αρχή του χορού ή στη μέση όταν βρίσκεται σε έκσταση. Τα χρήματα συνήθως ο μερακλής τα πετούσε ψηλά ή σ’ άλλες περιπτώσεις τα κολλούσε στα όργανα. Όταν πρώτη χόρευε γυναίκα (απαραίτητα στενή συγγενής του κύκλου των χορευτών) τα όργανα κερνούσε κάποιος συγγενής της. Όπως προαναφέρθηκε η παρέα δεν αναμειγνύονταν με ξένους στο χορό, αν αυτό γινόταν έπρεπε ο εξωσυντροφίτης να πάρει την άδεια της παρέας. Ο πρώτος του κύκλου τελειώνοντας το χορό του, οδηγούνταν στο τέλος και τη θέση του έπαιρνε ο επόμενος. 

Ο πρωτοχορευτής διάλεγε και παράγγελνε όχι μόνο το τραγούδι που θα χόρευε αλλά και κείνον που θα τον κρατούσε (τιμητική διάκριση). Η χορευτική του δεινότητα στα τσακίσματα απαιτούσε και γερό κράτημα. Η επιλογή γίνονταν με το δόσιμο του μαντηλιού. Το μαντήλι σύνδεε τα χέρια του πρώτου και του δεύτερου στο χορό για να επιτρέπει άνεση στις κινήσεις του πρώτου. Ο δεύτερος στον κύκλο δεν ακολουθούσε τα βήματα του χορού, αλλά είχε την έννοια να κρατήσει σταθερά τον πρωτοχορευτή. Οι δεινοί πρωτοχορευτές παραγγέλνουν οργανικούς σκοπούς.

Οι γυναίκες χόρευαν συνήθως συρτό και οι άντρες τσάμικο. Μπορούσαν και γυναίκες να χορέψουν τσάμικο αλλά πέρα από κάποια κοινά βήματα με το τσάμικο των ανδρών η παρουσίαση στις φιγούρες ήταν διαφορετική. Ο άνδρας χόρευε πιο βαριά και πιο ελαφρά, χαριτωμένα η γυναίκα.

Ως το μεσημέρι χόρευαν έξω από την εκκλησία. Σε πολλές περιπτώσεις έφτιαχναν αυτοσχέδια καφενεία στο προαύλιο της εκκλησίας, και πουλούσαν λουκούμι, τσίπουρο. Δεν έφερναν φαγητό μαζί τους . Το μεσημέρι επέστρεφαν στο σπίτι και εκεί φιλοξενούσαν και τυχόν καλεσμένους ή επισκέπτες του χωριού. Το γλέντι και ο χορός συνεχίζονταν στο σπίτι. Αν ο καιρός το επέτρεπε το απόγευμα έβγαιναν στην εκκλησία (αν ήταν κοντά) και πάλι γλεντούσαν ως το βράδυ.

Στα μεγάλα χωριά το πανηγύρι μπορούσε να κρατήσει και τρεις ημέρες, άρχιζε την παραμονή μετά τον εσπερινό, συνεχίζονταν ανήμερα της θρησκευτικής γιορτής και συνεχίζονταν την επόμενη. Αυτή η διάρκεια εξαρτιόνταν από την οικονομική κατάσταση της περιοχής, από την εποχή που γίνονταν το πανηγύρι (φόρτος γεωργικών εργασιών) αλλά κι από τους γλεντζέδες του χωριού.

Κάθε χωριό είχε και τους μερακλήδες του, ανθρώπους δηλαδή που αγαπούσαν το χορό και το τραγούδι, που πρώτοι ξεκίναγαν το γλέντι και το συνέχιζαν όταν οι άλλοι κουράζονταν. Αυτοί συνήθως ήταν και δεξιοτέχνες στο χορό και όταν έκαναν τις χορευτικές τους φιγούρες, τους θαύμαζαν οι παρευρισκόμενοι, αλλά είχαν και τραγούδια που σχεδόν τα θεωρούσαν δικά τους, ταυτίζονταν μαζί τους και μόνο αυτά χόρευαν και παράγγελναν στα όργανα.

Χοροί, που συνήθως χορεύονταν στα πανηγύρια ήταν:
• Ο συρτός
• Ο αργός Καλαματιανός
• Ο τσάμικος
• Το χασαποσέρβικο (χορεύονταν συνήθως όταν η παρέα αποχωρούσε από το χορό)
• Το πιπέρι (κωμικός, μιμητικός χορός)

Στα πανηγύρια του Αη - Συμιού οι αρματωμένοι χορεύουν και το χορό του πεθαμένου, το χορό του σουβλιού, το χελάκι, το πιπέρι και την καρακάξα. Στο πανηγύρι του Αιτωλικού, την Αγι - Αγάθη χορεύουν τον Αγιαγαθιώτικο, το συρτό της Μπαντονάδας, την Καρακάξα, ανάμεσα στους άλλους ευρύτερα διαδεδομένους χορούς στα πανηγύρια της Αιτωλοακαρνανίας. Ο χορός του «πεθαμένου» είναι μιμητικός χορός. Ο ένας χορευτής μιμείται το νεκρό, ο άλλος χορεύει διονυσιακά ζητώντας θεία επίκληση για την ανάσταση του φίλου του. Τον καταβρέχει με νερό, ο πεθαμένος σηκώνεται, αγκαλιάζονται και συνεχίζουν το χορό. Μιμητικοί επίσης είναι οι χοροί: Του σουβλιού, το πιπέρι και η καρακάξα. Η τελευταία ουσιαστικά είναι αργό τσάμικο που πήρε τ’ όνομά του από το ομώνυμο πουλί, γιατί οι κινήσεις του πρωτοχορευτή θυμίζουν το πουλί, όταν περπατά.

Ο Αγιαγαθιώτικος χορός είναι το εμβατήριο των αρματωμένων και μοιάζει η μελωδία του με ένα εμβατήριο του γαλλικού στρατού της εποχής του Ναπολέοντα. Ο Γ. Κομζιάς στο βιβλίο του «Το πανηγύρι της Αγιαγάθης» αναφέρει ως πιθανή προέλευσή του το εξής: «Οι γύφτοι μουσικοί συνυπήρχαν με τους γάλλους οργανωτές του στρατού του Ιμπραήμ στην πολιορκία του 1826. Με την απελευθέρωση οι Έλληνες το καθιέρωσαν ως εμβατήριο των αρματωμένων ταυτίζοντας τους γύφτους με τους νικημένους Τούρκους». Οι αρματωμένοι στο χορό αυτό σηκώνουν τα χέρια προς τα πάνω εκφράζοντας την ελευθερία. Ο συρτός της Μπαντονάδας χορεύεται στους δρόμους του Αιτωλικού από τους αρματωμένους. Γενικά οι χοροί που ήταν κοινοί στην Αιτωλοακαρνανία ήταν ο συρτός (εύκολος χορός, κυρίως των γυναικών), ο αργός Καλαματιανός και τσάμικος.

Βέβαια, αν παρευρίσκονταν στο πανηγύρι και πανηγυριστές άλλων περιοχών μπορούσαν να ζητήσουν από τα όργανα να παίξουν το δικό τους χορό π.χ. Ηπειρώτικο. Άλλωστε η περιοχή μας ως ενδιάμεση γεωγραφικά δέχτηκε επιρροές στη μουσική της παραγωγή και από τους σχετικά γρήγορους ρυθμούς της Πελοποννήσου και τους αργούς ρυθμούς της Ηπείρου.

Στην περιοχή εγκαταστάθηκαν πληθυσμοί από την Ήπειρο και στην Ευρυτανία κυρίως καθώς και Μικρασιάτες πρόσφυγες του ’22. Οι πληθυσμοί αυτοί έφεραν μαζί τους και τα δικά τους τραγούδια. Άλλα τραγούδια διαδόθηκαν από τους ίδιους τους μουσικούς, οι οποίοι αρκετά συχνά κατάγονταν από άλλες περιοχές.

Συνήθως το γλέντι ξεκινούσε με το τραγούδι «Σε τούτ’ την τάβλα που ‘μαστε» ή το «Καλώς ανταμωθήκαμε εμείς οι ντερτιλήδες» και έκλεινε με το τραγούδι «Τούτο τ’ αστέρι το λαμπρό, που πάει κοντά στην Πούλια.
----------------------------------------------------
Αη Συμιώτικοί χοροί
Οι αρματωμένοι και οι καβαλάρηδες Αη-Συμιώτες φημίζονται για τις χορευτικές τους ικανότητες. Υπέροχες και θεαματικές είναι οι χορευτικές τους αναπαραστάσεις, που θυμίζουν λαϊκά δρώμενα στους δρόμους, τις πλατείες και γενικά την ύπαιθρο.

Ιδίως όταν οι Αη-Συμιώτες ανεβαίνουν στο μοναστήρι φτάνουν σχεδόν στην έκσταση και τότε είναι που πετιέται ένας και με μοναδικό παλμό και καταπληκτική ηθοποιία χορεύει τον «χορό του πεθαμένου» πιστεύοντας ότι έτσι ξαναζωντανεύει τα ηρωικά χρόνια της σκλαβιάς, χωρίς να υποψιάζεται πόσο πιο βαθιά τον τραβούν αυτή τη στιγμή οι ρίζες της φυλής του.

Ο «χορός του πεθαμένου» είναι η πιο χαρακτηριστική αησυμιώτικη φιγούρα, αναπαράσταση. Το θέμα του χορού, που διαρκεί πέντε με δέκα λεπτά, αναφέρεται στη φιλία. Ο χορός αρχίζει από μια παρεξήγηση του καπετάνιου κι ενός άλλου παλικαριού της παρέας. Ο αρματωμένος διατάζει τα όργανα να σταματήσουν. Ο καπετάνιος τον ρωτάει:
-Γιατί σταμάτησες τα όργανα;


Ο αρματωμένος απαντάει: -Γιατί έτσι θέλω και χτυπά τον καπετάνιο. Αμέσως βγάζουν τις κάμες και αρχίζουν να μονομαχούν. Ύστερα από λίγο η κάμα του καπετάνιου βυθίζεται στο πλευρό του αντιπάλου, ο οποίος σωριάζεται κάτω.

Ενώ “ξεψυχάει”, ο νικητής όρθιος πάνω του κουνάει θριαμβευτικά την κάμα. Ξαφνικά πάει να φύγει, αλλά μετανιωμένος, παρατάει την κάμα, σκύβει και μάταια προσπαθεί να ξαναφέρει στη ζωή τον “νεκρό”.

Τότε αρχίζει να θρηνεί, πετάει τη σκούφια του, χτυπάει το κεφάλι του, τραβά τα μαλλιά του και στρεφόμενος προς το μοναστήρι, ανάμεσα σε λυγμούς λέει:

-Αη-Συμιέ μου σχώρα με, δεν τόθελα!

Ο Αη-Συμιός κάνει το θάμα του κι ανασταίνει τον νεκρό, που αρχίζει τώρα ν’ αναδεύεται. Τότε ο καπετάνιος βγάζει ένα μαντίλι από το σελάχι του, σκουπίζει την πληγή, την πλένει με μυρωδικό και τον καταβρέχει με λίγο νερό. Μετά χαρούμενος τον σηκώνει, τον αγκαλιάζει και τον φιλάει. Οι δύο φίλοι δίνουν τα χέρια. Τα όργανα παίζουν πάλι και ο χορός ανάβει μ’ όλους τους πανηγυριστές που παρακολουθούσαν. Μπροστά χορεύουν οι δύο πρωταγωνιστές. Είναι ένα σφιχταγγάλιασμα της ζωής και του θανάτου και γι’ αυτό χορεύουν με επιτυχία το «χορό του πεθαμένου».

Εκτός από τον «χορό του πεθαμένου» τον τσάμικο και τον συρτό στο αησυ-μιώτικο γλέντι χορεύονται κι άλλοι χοροί. Τέτοιοι είναι το «τρίψιμο του πιπεριού», η «καρακάξα» και το «χελάκι».

Το «χελάκι» είναι ομαδικός χορός με βήματα προς τα πίσω. Οι χορευτές κρατιούνται με μαντίλια και δηλώνουν τους στενούς δεσμούς φιλίας, που ενώνουν την παρέα των Αη-Συμιωτών.

Οι αρματωμένοι και οι καβαλάρηδες φημίζονται, όπως προαναφέραμε, τόσο για τη χορευτική τους δεινότητα όσο και για την αγάπη τους στο τραγούδι. Σήμερα ελάχιστοι τραγουδούν με παραδοσιακό τρόπο. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά τους Γιάννη και Χρήστο Ξανθόπουλο, Αθανάσιο Καβάγια, Συμεών Φιλιππόπουλο, Κώστα Διαμαντόπουλο ή Κωσταντάρα, Κώστα Νούλα, Γιάννη Μαγδαληνό και Σπύρο Λαντζόπουλο. Φυσική συνέπεια του λεβέντικου και γλεντζέδικου ταπερα-μέντου τους.

Πηγή: Από το βιβλίο Στο Πανηγύρι τ’ Αη-Συμιού του Αριστείδη Ξ. Καβάγια
----------------------------------------------------

Χορευτική Παράδοση
Η μορφή αυτή της Ζυγιάς, καθώς και η φύση αυτών των πανηγυριών δημιούργησαν μια ιδιαίτερη μουσικοχορευτική παράδοση, που μόνο σ΄ αυτήν εδώ τη γωνιά της νότιας Αιτωλίας συναντιέται.
Οι χοροί που απαντώνται εδώ είναι

1. Εμβατήριο των αρματωμένων ή Αγιαγαθιώτικο
Είναι η μελωδία που ακούγεται κατά τη συγκέντρωση των αρματωμένων και σε όλη τη διάρκεια της πομπής των την ημέρα του πανηγυριού. Σαν μελωδία δεν έχει καμιά σχέση με την περιοχή. Θα πρέπει να την πήραν οι Έλληνες από το στρατό του Ιμπραήμ, που ήταν οργανωμένος από Γάλλους αξιωματικούς, γιατί ο ίδιος ρυθμός συναντιέται και στο γαλλικό στρατό ως εμβατήριο και να την ταίριασαν αργότερα στο συμβολικό χαρακτήρα των πανηγυριών τους.
Είναι το εμβατήριο των αρματωμένων. Παίζεται σε αρκετές στιγμές, κυρίως όμως κατά την ‘’σύναξη των αρματωμένων‘’στις 21 Αυγούστου, καθώς και σε όλη τη διάρκεια της πομπής με την είσοδό τους στην πόλη του Αιτωλικού στις 23 Αυγούστου, αλλά και στο τέλος της τελευταίας Μπαντονάδας στις 24 Αυγούστου, όταν οι αρματωμένοι χωρίζουν μεταξύ τους .

Ο τσάμικος των οκτώ βημάτων
Το Τσάμικο
Είναι ο πιο χαρακτηριστικός χορός του πανηγυριού και ο πρώτος στην προτίμηση των ανδρών.
Είναι χορός αργός, σχεδόν στον τόπο, με ιδιαίτερο τοπικό χρώμα, χορός του πρώτου. Χαρακτηριστικό του είναι τα πολύ μικρά βήματα, το απότομο ‘’σπάσιμο‘’ του ποδιού, τα καθίσματα και οι στροφές δεξιά και αριστερά. Οι υπόλοιποι που συμμετέχουν στον χορευτικό κύκλο ακολουθούν τον πρώτο ‘’παθητικά‘’, μένοντας δηλαδή άλλοτε ακίνητοι και άλλοτε κάνοντας κινήσεις εκτός ρυθμού, περπατώντας. Αυτός που θα μπει να χορέψει μπροστά πρώτα θα παραγγείλει στους μουσικούς τι θα χορέψει και αφού ετοιμάσει το μαντίλι στο χέρι του, το δίνει στον δεύτερο και δοκιμάζει την σταθερότητά του. Δεν ξεκινάει όμως αμέσως το χορό. Αφήνει για λίγο τους μουσικούς να παίζουν και με αρχίζει. Αυτό γίνεται, για να μπορέσει ο χορευτής να αυτοσυγκεντρωθεί.
Αφού κρατηθεί γερά με το μαντίλι γέρνει το σώμα του, όρθιο χωρίς να λυγίσει, πλάγια προς τα δεξιά. Το κεφάλι γυρίζει και αυτό δεξιά, το βλέμμα πέφτει χαμηλά στα πόδια, το χέρι έρχεται πίσω στη μέση και κάτω. Τα βήματα είναι βαριά και σε κάθε πάτημα το σώμα ανατινάζεται.
Ο καλός χορευτής στολίζει το χορό του με καθίσματα, στροφές και κωλοκαθιές. Το κάθισμα γίνεται στο όγδοο πάτημα και μετά έχουμε τίναγμα και στροφή προς τα δεξιά με το αριστερό πόδι. Δεν παρατηρούνται στο τσάμικο χτυπήματα του ποδιού με το χέρι και ούτε χτυπήματα του χεριού στο έδαφος.
Οι κινήσεις της γυναίκας στον Τσάμικο είναι διαφορετικές από εκείνες του άντρα. Αυτή πατάει με σταθερότητα σε όλο το πέλμα και τα βήματά της είναι πιο γρήγορα. Χρησιμοποιεί, για να ομορφύνει το χορό της, ελαφρά καθίσματα και στροφές. Όταν κάνει τη στροφή προς τα αριστερά, πιάνει το μαντίλι και με τα δυο της χέρια και περνάει από κάτω. Η στροφή παρατηρείται με ιδιαίτερη συχνότητα στο χορό της γυναίκας, όπου η πρώτη διαγράφει μεγάλη περίμετρο, σε θέση αντιμέτωπη προς τον δεύτερο, μέχρι την ολοκλήρωσή της.
Οι μελωδίες, όλες οργανικοί σκοποί, που χορεύονται ως αργοί τσάμικοι χοροί είναι: το Λιασκοβίκι, ο Μπιρμπίλης, ο Ήλιος, η Παπαδιά, η Καρακάξα, η Ιτιά η Καρπενησιώτικη, το Μαχαλιώτικο και το Ράστ. Πρώτο σε προτίμηση μουσικό κομμάτι έρχεται η Καρακάξα. Χορεύεται σχεδόν αποκλειστικά από τους άντρες. Το χαρακτηριστικό της είναι το ‘’γύρισμα‘’ της μουσικής που κάνουν οι οργανοπαίχτες. Ολόκληρη η μελωδία είναι χωρισμένη σε τρία διαφορετικά μέρη. Το ξεκίνημα γίνεται με το Τσάμικο (1ο μέρος), θα το γυρίσουν μετά στη Ρούσα (2ο μέρος), που χορεύεται με τον τρόπο που περιγράφεται παραπάνω και τέλος στα Μασούρια (3ο μέρος), συρτό χορό με πιο γρήγορο ρυθμό.
2.1. Ραστ
2.2. Καρακάξα

Τσάμικος χορός με χαρακτηριστικό του τα μικρά και σχεδόν επιτόπια βήματα. Θεωρείται από τους ντόπιους χορός λεβέντικος. Σύμφωνα με την παράδοση παίρνει την ονομασία του από το ομώνυμο πουλί και αυτό γιατί οι κινήσεις που κάνει ο πρώτος του χορού μοιάζουν με τις κινήσεις του ομώνυμου πουλιού , όταν αυτό περπατά στην εξοχή.
Η μελωδία αποτελείται από τρία μέρη. Το ξεκίνημα γίνεται με το τσάμικο, ύστερα οι γύφτοι μουσικοί το ‘’γυρίζουν ‘’στο συρτό η ‘’Ρούσα ‘’ και στη συνέχεια ο ρυθμός ανεβαίνει, γίνεται πιο γρήγορος με την ονομασία ‘’Μασούρια ‘’.

Τα βήματα του συρτού
Συρτός
Η ονομασία ‘’Συρτός’’ σημαίνει ότι ο πρώτος του χορού είναι ο οδηγητής, αυτός που έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων και αυτός ‘’σέρνει’’ τους άλλους πίσω του, που τον ακολουθούν πιστά.
Εκείνο που χαρακτηρίζει τους συρτούς χορούς γενικά είναι η ηρεμία, η χάρη και η απλότητα των κινήσεων. Οι συρτοί χοροί είναι έκφραση της ειρηνικής ζωής, όπου κυριαρχεί το αίσθημα της ευφορίας και της λεπτής αισθαντικότητας. Γι’ αυτό και χορεύονται κατά προτίμηση από τις γυναίκες.
Συναντιέται με έξι ή δώδεκα βήματα.
Ο χορός αυτός έρχεται πρώτος στις προτιμήσεις των γυναικών, οι οποίες επιλέγουν συρτούς τετράσημους σε γρήγορο τέμπο ή επτάσημους, ενώ για τους άντρες θεωρείται χορός ‘’της σειράς‘’, δηλ. απλός, χορός για όσους δεν ξέρουν να χορεύουν. Χορεύεται με έξι πατήματα ( 1-2,3,4-5,6 ).
Εδώ η γυναίκα διαφοροποιεί τις κινήσεις της ως προς τον δεύτερο, ως προς το μαντίλι και ως προς τους συγχορευτές της.
Προς το τέλος του μουσικού κομματιού ο ρυθμός γίνεται πιο γρήγορος και συχνά οι ζουρνάδες σταματούν και ακούγεται μόνο ο ξερός ήχος του νταουλιού ( είναι αυτό που οι ντόπιοι λένε ξεροντάουλο). Τότε ο χορός γίνεται ‘’στον τόπο‘’.

Ο αργός Καλαματιανός,
Χαρακτηριστικός οργανικός σκοπός, που χορεύεται από γυναίκες και άντρες αλλά με ιδιαίτερη προτίμηση από τους άντρες είναι η Ρούσα. Έχει ρυθμό επτάσημο, που τελειώνει σε γοργό τετράσημο. Αποτελείται από δώδεκα πατήματα.
Ο άντρας χορευτής χορεύει με σοβαρότητα και αυτοσυγκέντρωση και δεν αφήνει περιθώρια διάσπασης, ενώ στολίζει το χορό του με διάφορες φιγούρες. Αυτές συνήθως είναι δυο καθίσματα, στο πρώτο και στο τέταρτο πάτημα, με μια μικρή εκτίναξη προς τα πάνω σε δεύτερο χρόνο και μια γρήγορη στροφή προς τα δεξιά στο τέσσερα σε ένα χρόνο. Ο χορός του διακρίνεται από έντονη, κοφτή και απότομη κίνηση. Όταν ο ρυθμός αλλάξει, τα πατήματα γίνονται έξι. Σε κάποια στιγμή ο πρώτος αφήνει τα χέρια του και χορεύει ελεύθερα. Γυρίζει την πλάτη του προς τους συγχορευτές του και το μέτωπο προς τη φορά του κύκλου. Ανοίγει τα χέρια του στην έκταση, λυγισμένα ελαφρώς στον αγκώνα και κινεί ελαφρά τους ώμους, χορεύει για λίγο και μετά ξαναπιάνεται με τον δεύτερο. Αυτό γίνεται συνήθως από τους γεροντότερους.
Οι νεότεροι, όταν ο ρυθμός γίνει πιο έντονος, χορεύουν ‘’στον τόπο’’ και τους ζουρνάδες πολλές φορές να σταματούν και να ακούγεται μόνο το νταούλι , ‘’ξεροντάουλο‘’. Χορεύουν ο ένας δίπλα στον άλλον, στη φορά του κύκλου και με μέτωπο προς το κέντρο ή ελεύθερα, χωρίς ο πρώτος να πιάνεται στον κύκλο, με το μέτωπο προς τον δεύτερο. Τέτοια χορευτική στιγμή τη χαρακτηρίζει ένταση, κέφι και ζωντάνια. Πολλές φορές λύνεται από τον κύκλο και ο δεύτερος και χορεύουν και δυο τους αντικριστά στο εσωτερικό του κύκλου. Καθώς ο ρυθμός γίνεται όλο και πιο γρήγορος, μεγαλώνει η ένταση, και όταν αυτή φτάσει στο αποκορύφωμα γίνεται και το κλείσιμο του χορού.
Με τον τρόπο αυτό χορεύονται και άλλες μελωδίες όπως :‘’Τα Μασούρια‘’, ‘’Τα Μανουσάκια‘’, ‘’Βρύση μου μαλαματένια‘’ κ.ά.

4. Καρδερίμ’ Αιτωλικιώτικη πατινάδα.

5. Μπαντουνάδα
Μπαντονάδα λέγεται η βόλτα που κάνουν οι αρματωμένοι στα δρομάκια της πόλης, τραγουδώντας και χορεύοντας. Αυτό γίνεται συνήθως τις πρωινές ώρες μετά το τέλος του γλεντιού.

Ο συρτός αυτός ακολουθεί μετά το χορό των αρματωμένων στην κεντρική πλατεία (23 Αυγούστου) κι όταν αυτοί κάνουν τη βόλτα τους στους κεντρικούς δρόμους του Αιτωλικού. Έχοντας πίσω τους ζουρνάδες προχωρούν χορεύοντας χωρίς να πιάνονται, ελεύθερα , με τα χέρια τους σηκωμένα ψηλά και φωνάζουν ‘’Όπα! Όπα! Όπα!‘’. Και ενώ χορεύουν σχεδόν στον ‘’τόπο‘’, ξαφνικά οι πρώτοι θα κάνουν ένα απότομο ξεπέταγμα μπροστά και θα σταματήσουν χορεύοντας αντικριστά περιμένοντας και τους άλλους ή ξαναγυρίζουν πίσω με τον ίδιο τρόπο. Το μουσικό κομμάτι, που συνήθως έπαιζαν οι παλιοί μουσικοί, ήταν το ‘’Καρδερίνι‘’.
Τα βήματα του χορού είναι εξ (δύο τριαράκια ) σε ρυθμό 2/4.

6. Πιπέρι
Είναι κωμικός μιμητικός χορός. Χορεύεται και από τους αρματωμένους και από τους καβαλαραίους. Οι πρώτοι τον χορεύουν μόνο στο χώρο της Αγι’ - Αγάθης το βράδυ της 21ης Αυγούστου. Από τους δεύτερους χορεύεται και στο Αιτωλικό τις μέρες που γλεντούν εκεί.
Το πιπέρι χορεύεται πάντα με το αντίστοιχο τραγούδι ‘’Πώς το τρίβουν το πιπέρι‘’, που τραγουδιέται ή από τους γύφτους οργανοπαίχτες ή από τους ίδιους τους χορευτές. Ο ρυθμός του είναι τετράσημος σε αργό τέμπο άλλοτε με εναλλαγές του ρυθμού, αργά - γρήγορα και άλλοτε όχι. Χορεύεται συνήθως με τα βήματα του συρτού. Ο πρώτος του χορού είναι αυτός που συνήθως οδηγεί το τραγούδι, αλλά και τους άλλους να κάνουν ό,τι ο ίδιος τραγουδάει, αρχίζοντας πρώτος αυτός να κάνει ό,τι λέει το τραγούδι.

7. Χασαποσέρβικο Αιτωλικού
Ο χορός στο Αιτωλικό χορεύεται με έξι βήματα αρχίζοντας το χορό με το αριστερό πόδι . Είναι ο πιο ‘’δημοφιλής‘’ χορός του Αιτωλικού και χορεύεται σε κάθε γλέντι, όπου υπάρχει συμμετοχή ζουρνά, απ΄ όλες τις ηλικίες, άντρες και γυναίκες. Η λαβή του είναι από τους ώμους. Δεν υπάρχει ιδιαίτερο χορευτικό φόρμα. Οι άντρες χορεύουν μαζί με τις γυναίκες σε οποιαδήποτε θέση. 

Απ' το βιβλίο του Γ.Χ.Κομζιά ''Το πανηγύρι της Αγι' - Αγάθης'', Αιτωλικό 1999.