"Τα πανηγύρια αυτά έχουν πολυσύνθετο χαρακτήρα: ιστορικό, θρησκευτικό, κοινωνικό. Την αρχή τους τη βασίζουν στην ανάμνηση κάποιου γεγονότος τοπικής ή ευρύτερης ιστορικής αξίας. Τα μεγαλύτερα πανηγύρια που αποτελούν και πυρήνες των υπολοίπων είναι του Αη-Συμιού στο Μεσολόγγι και της Αγι’-Αγάθης στο Αιτωλικό."

Αγι' Αγάθη

To ξωκλήσσι
Σ' αφήνω την καληνυχτιά Αγι’- Αγάθη μου γλυκιά.
Ρίχνω και μια κουμπουριά.να πέσουν τ’ άρματα,
γεια σου, Αρχόντισσα Κυρά.

Κάθε καλοκαίρι, στην καρδιά ακριβώς του Αυγούστου, το Αιτωλικό και η Σταμνά, απ’ άκρη σ’ άκρη, ζoυν και αναπνέουν στους ρυθμούς του ζουρνά και του νταουλιού. Οι Αιτωλικιώτες και οι Σταμνιώτες γιορτάζουν την Αγι’- Αγάθη τους και πανηγυρίζουν. Ένα πανηγύρι με πολύ σύνθετο χαρακτήρα, όπου το θρησκευτικό στοιχείο συνυφαίνεται με το ιστορικό, το κοινωνικό και το συμβολικό. Μια ολάκερη παράδοση που κρατά και αντιστέκεται ακόμη πεισματικά στον φθοροποιό χρόνο και στα ξενόφερτα πολιτισμικά στοιχεία. Χαρακτηριστικό του η ιδιαίτερη τελετουργία και ο τόσο αναπαραστατικός χαρακτήρας του.

Η καθιέρωση αποδίδεται σε συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα που έγιναν τον Δεκέμβριο του 1824, έτος εξαιρετικά κρίσιμο για την έκβαση της ελληνικής επανάστασης του 1821. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος που βρίσκονταν στο Αιτωλικό συγκάλεσε τους οπλαρχηγούς της Βορειοδυτικής Ελλάδας για να συζητήσουν την κατάσταση και να λάβουν αποφάσεις. Τόπος της συγκέντρωσης ορίστηκε η «Ψηλή Παναγιά», ερειπωμένο Βυζαντινό μοναστήρι στη δυτική πλαγιά του Ζυγού. Η συνάντηση αυτή πραγματοποιήθηκε στις 23 Αυγούστου και κατέληξε στη Συνέλευση του Αιτωλικού, η οποία πραγματοποιήθηκε την 17 Δεκεμβρίου 1824 εις τον ιερό ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου της πόλης.

Η συνέλευση ήταν επεισοδιακή λόγω των πολλών και αντίθετων απόψεων και όλη η προσπάθεια να αφήσουν τις προσωπικές αντιπάθειες και φιλοδοξίες, να ομονοήσουν και να συνεχίσουν τον αγώνα ενωμένοι κινδύνευε να διαλυθεί. Ακριβώς τη στιγμή του αδιεξόδου σημειώθηκε μεγάλος σεισμός ο οποίος συγκλόνισε τη πόλη. Ο σεισμός εκλήφθηκε ως «σημείον Θεού» με αποτέλεσμα τελικά όλοι μπρος στο εικόνισμα της Παναγίας να συναποφασίσουν να συνεχίσουν τον αγώνα ομονοούντες.

Αμέσως μετά την απελευθέρωση του έθνους οι Αιτωλικιώτες διατηρούντες την ανάμνηση του γεγονότος και αισθανόμενοι χρέος προς την Παναγία αποφάσισαν να τιμήσουν τη Χάρη Της και μετέβησαν στις 23 Αυγούστου (άγνωστο για πρώτη φορά ποιο ακριβώς έτος) φορώντας τα άρματά τους στη Ψηλή Παναγιά (όπου έγινε η πρώτη συνάντηση των οπλαρχηγών) και ετέλεσαν Λειτουργία. Αυτή η τελετή που γίνονταν αδιαλείπτως πήρε με τον καιρό τη δομή και το χρώμα εθνικοθρησκευτικής γιορτής. Επειδή η τοποθεσία στην Ψηλή Παναγιά ήταν δύσβατη, απόκρημνη, και η μονή ερειπωμένη, ανεγέρθηκε λίγο πιο κάτω σε χώρο πιο ήπιο και βολικό το εκκλησάκι της Αγίας Αγάθης. Καθιερώθηκε λοιπόν η τέλεση της γιορτής να γίνεται εκεί, έτσι πήρε και το όνομα πανηγύρι της Αγιαγάθης.

Το πανηγύρι της Αγιαγάθης εμφανίζει πολλές ομοιότητες με αυτό του Αη Συμιού στο Μεσολόγγι. Είναι τα δύο μεγαλύτερα λεβεντοπανήγυρα της Αιτωλίας. Το πανηγύρι της Αγιαγάθης του Αιτωλικού έχει το πλεονέκτημα να τηρεί ακριβώς τα ήθη και τα έθιμα, τις φορεσιές, το χορό, τη μουσική (ζουρνάδες και νταούλια) και τα τραγούδια των προγόνων. Διατηρεί την λαϊκή υπόστασή του, το συναίσθημα, το χρώμα, την παράδοση, τον ενθουσιασμό, τον επικό του χαρακτήρα αλλά και τον ερωτισμό του.

Το πανηγύρι στο Αιτωλικό και την Σταμνά κορυφώνεται στις 23 Αυγούστου αλλά η προετοιμασία του αρχίζει από το δεκαπενταύγουστο. Την ημέρα αυτή συγκροτούνται οι παρέες και οι πανηγυριστές βάζουν το ‘’ρεφενέ‘’, τα χρήματα δηλαδή που θα χρειαστούν, για να καλυφθούν τα έξοδα τις παρέας. Το γλέντι, στους ήχους του ζουρνά και του νταουλιού, διαρκεί όλη τη μέρα και όλο το βράδυ με μια ανάπαυλα το απόγευμα.

Στο διάστημα, που μεσολαβεί από τις 16 έως τις 19 Αυγούστου, οι παρέες κάνουν τις τελικές ετοιμασίες. Στις 20 Αυγούστου το πανηγύρι αρχίζει. Οι παρέες, κατά το βραδάκι, συγκεντρώνονται στα στέκια τους για το ολονύχτιο γλέντι. Αυτή τη μέρα βάζουν στα τραπέζια τους τα ‘’αγκωνάρια‘’, όπως συνηθίζουν να αποκαλούν το γλυκό ριβανί.

Στις 21 Αυγούστου και από νωρίς το πρωί γίνεται το αρμάτωμα και η μάζωξη των αρματωμένων. Ο καπετάνιος συνοδευόμενος από τη ζυγιά περιδιαβαίνει τα σπίτια των αρματωμένων και συγκεντρώνει έτσι την παρέα του. Αφού όλοι μαζί γυρίσουν στα σοκάκια καταλήγουν το μεσημέρι στο στέκι τους για φαγητό. Το απόγευμα τις ίδιας ημέρας όλες οι παρέες συγκεντρώνονται μπροστά στο ναό της Παναγίας και αφού προσκυνήσουν αναχωρούν για το εξωκλήσι της Αγι’- Αγάθης.

Εκεί παραμένουν γλεντώντας μέχρι το μεσημέρι της 23ης Αυγούστου. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας συγκεντρώνονται στο Σταθμό Αιτωλικού και από εκεί, σε παράταξη, πομπικά, πρώτα οι Αρματωμένοι και ύστερα οι έφιπποι, κάνουν πανηγυρική είσοδο στο Αιτωλικό και οι αντίστοιχοι στην Σταμνά. Πλήθος κόσμου περιμένει να τους υποδεχτεί και να τους καμαρώσει. Όλοι μαζί καταλήγουν στην κεντρική πλατεία για τον καθιερωμένο χορό των αρματωμένων. Αυτή τη νύχτα Αιτωλικό και Σταμνά απ’ άκρη σ’ άκρη γλεντάνε. Το γλέντι θα συνεχιστεί και το επόμενο βράδυ, στις 24 Αυγούστου.

Το πανηγύρι τελειώνει με την καθιερωμένη Μπαντονάδα στα στενά του Αιτωλικού. Αρματωμένοι και φίλοι χαιρετιούνται, ανταλλάσσουν ευχές, ασπάζονται ο ένας τον άλλον και χωρίζουν. Το πανηγύρι τελειώνει όχι μόνο γι’ αυτούς αλλά και για όλο το Αιτωλικό. Λίγο πριν χωρίσουν δε ξεχνούν να αναφερθούν και στην Αγι’- Αγάθη κι όλοι μαζί τραγουδούν.